σειριόκαυτος

σειριόκαυτος
σειριό-καυτος, ον,
A scorched by the dog-star, AP9.556 (Zon.).

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • σειριόκαυτος — scorched by the dog star masc/fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σειριόκαυτος — ον, Α (κατά τον καιρό τής επιτολής τού αστέρα Σειρίου) αυτός που έχει καεί από τον ήλιο. [ΕΤΥΜΟΛ. < Σείριος + καυτός (< καίω)] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”